Υπό Α.Κ.
Μετά από χιλιάδες χρόνια ύπαρξής μας στη Γη βλέπουμε ότι, εκτός από λίγες φωτεινές εξαιρέσεις, η πλειοψηφία μας ζει ακόμα μες στη διαμάχη, τη βία, την ανομία, με διάθεση εκμετάλλευσης των άλλων και με μικρή έως ανύπαρκτη την αντίληψη των συμπαντικών νόμων του ενιαίου Όλου.
Οι καταστάσεις της βίας και της αδικίας ιδίως είναι διάχυτες σε κάθε στιγμή της καθημερινότητάς μας, είτε ζούμε στο «ανεπτυγμένο» κομμάτι του πλανήτη είτε στο υπόλοιπο. Αν και σαφώς έχουν γίνει βήματα προς την κατεύθυνση του σεβασμού της ζωής και της ύπαρξης, εντούτοις είναι βαθιά τα σημεία που χρειάζονται αλλαγή μέσα σε όποιον δεν εναρμονίζεται με τις επιταγές της αγάπης και του σεβασμού, αλλά και σε όλους όσοι αισθάνονται ότι για να διασωθούν από την κακοποίηση των «κακών» πρέπει να επέλθει τιμωρία – ανταπόδοση κι απομόνωση.
Στο έργο της αγάπης μαθαίνουμε να διευρύνουμε την κατανόηση και την καρδιά μας, ώστε να μπορούμε να αγκαλιάζουμε όλες τις καταστάσεις μας, τις εκδηλώσεις του Ανθρώπου που είμαστε, χωρίς διαχωρισμό και αφορισμούς.
Χωρίς δηλαδή να αισθανόμαστε ότι δεν έχουμε καμιά ευθύνη για την άνομη συμπεριφορά των άλλων και χωρίς να διαχωριζόμαστε από αυτούς τους άλλους. Στόχος μας είναι η ένωση με κάθε εαυτό-αδελφό μας και η προσφορά μας στην πνευματική του άνοδο.
Τι γίνεται, όμως, όταν αυτός ο εαυτός-αδελφός μας διαπράττει τα πλέον θλιβερά και βαριά αδικήματα; Για παράδειγμα, βιασμούς, βασανισμούς, διάλυση των ζωών ανθρώπων και ζώων με πόλεμο, διώξεις, και άλλα παρόμοια; Τότε πώς θα τον αγκαλιάσουμε και θα τον βρούμε μέσα μας δίνοντάς του κατανόηση και συγχώρεση; Κι αν εμείς αυτό το παράσχουμε, πώς είναι δυνατόν τότε αυτός ο εαυτός μας να αντιληφθεί το μέγεθος της έλλειψης σεβασμού και αγάπης που εκδήλωσε προς τον συνάνθρωπο και να μεταλλαχθεί;
Στα ερωτήματα αυτά που, ταυτόχρονα, είναι βαθιές αγωνίες και δοκιμασίες καθενός που προσπαθεί να ενώσει μέσα του όλο τον Άνθρωπο και την απειρότητα των εκφράσεών του, απαντά η θεία Ύπαρξη, που γνωρίζει όχι μόνο πώς να αγαπά τους πάντες, αλλά και τη μοναδική ανορθωτική δύναμη της αγάπης.
Η ίδια θεία δύναμη που δίνει ενέργεια στον άνθρωπο ο οποίος εκδηλώνει καταστάσεις αγάπης, είναι που δίνει ενέργεια και σε αυτόν που επιλέγει την εκδήλωση βίας ή οποιαδήποτε συμπεριφορά που δεν έχει σεβασμό, αγάπη και φροντίδα. Η θεία Ύπαρξη ζωογονεί τα πάντα και βρίσκεται μέσα στα πάντα. Είναι ταυτόχρονα μες στον θύτη και το θύμα, στον βασανιστή και σε αυτόν που μπορεί να εκδηλώνει τις χειρότερες ποιότητες πράξεων και συναισθημάτων. Είναι εκεί, διότι έδωσε τη ζωή και περιμένει τον καθένα να κάνει τη διαδρομή του μες στην τεράστια γκάμα των εμπειριών και να επιλέξει συνειδητά την αποκατάστασή του μέσα στην αγάπη.
Δεν διαχωρίζει η θεία ουσία τον εαυτό της. Βλέπει και βιώνει τον εαυτό της μέσα σε κάθε άνθρωπο. Δεν θεωρεί ότι δεν βλέπει τον εαυτό της μέσα στην ανθρώπινη ύπαρξη που κακοποιεί και εξουσιάζει, αδικεί και εκμεταλλεύεται κι επιδίδεται στις χειρότερες πράξεις κατά οποιουδήποτε. Αυτό δεν σημαίνει, φυσικά, ότι επιδοκιμάζει κάθε συμπεριφορά. Αποδοκιμάζει τις πράξεις που δεν ανορθώνουν τον άνθρωπο, αλλά σέβεται το δικαίωμα της ελεύθερης βούλησης και της ωρίμανσης της συνείδησης. Η ωρίμανση, ωστόσο, απαιτεί συχνά τεράστιες και μακροχρόνιες διαδρομές.
Ο Θεός το γνωρίζει αυτό και το κατανοεί. Δεν καταδικάζει με τιμωρία και ανταπόδοση, διότι αν με βία, μίσος και θυμό αποκρουστεί ο εκάστοτε δράστης (όλοι εμείς), αυτό που θα πάρει μέσα του –και θα εκφράσει ξανά και εντονότερα– θα είναι βία, μίσος και θυμός.
Ο σκοπός, εντούτοις, δεν είναι να εξευτελιστεί ο δράστης με την τιμωρία και την ανταπόδοση της βίας, αλλά να βιώσει την αγάπη μέσα του, γιατί μόνον αυτή οικοδομεί σεβασμό προς τα πάντα.
Οι κοσμικοί νόμοι διασφαλίζουν ότι πάντα θα θερίζουμε αυτό που σπέρνουμε. Προκειμένου να αντιληφθούμε τη σοβαρότητα των ολισθημάτων μας είναι συχνά αναγκαία η αυστηρή νουθεσία, αλλά αυτή πρέπει να παρέχεται με σεβασμό και αγάπη, όπως μας ζητείται, και όπως, άλλωστε, ζητείται από τον εκάστοτε δράστη να μάθει να πράττει. Έτσι θα νιώσει ότι η αγάπη τού παρέχει ακόμα μια ευκαιρία, μέσω της συγχώρεσης. Ας μην ξεχνάμε ότι όλοι το χρειαστήκαμε αυτό, και θα το χρειαζόμαστε όσο απέχουμε από την εκδήλωση της ομοουσιότητάς μας.
Αυτή η στάση απέναντι σε αυτόν που έπεσε πολύ χαμηλά βοηθάει στην αφύπνιση του θείου Εαυτού μέσα στον άνθρωπο, στη βαθιά διάνοιξη της καρδιάς και της συνείδησής μας, είτε είμαστε αυτοί που έπεσαν είτε αυτοί που τείνουμε το χέρι για την ανόρθωση του πεσμένου άλλου εαυτού μας. Έτσι η συγχώρεση ανοίγει νέους δρόμους στην ύπαρξη που προσπαθεί να εκδηλώσει την απειρότητά της.